Το αρχοντικό
μας

.

Ιστορία & Φιλοσοφία Αποκατάστασης του κτηριού

Το κτήριο του αρχοντικού χρονολογείται περί τα τέλη του 19ου αιώνα. Βρίσκεται στη συνοικία «Ντολτσό», εντός του παραδοσιακού τμήματος της πόλης, και χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο βάσει της υπ’ αριθμ. Υ.Α. 83615/6137/ 11 – 12 – 1989 (ΦΕΚ 7 / Δ / 1990). Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες κατασκευάστηκε αρχικά ως κατοικία της οικογένειας Ρούσου, και ανήκε στη συνοικία Καρύδη, όπως ονομαζόταν η αντίστοιχη γειτονιά, εντός της  περιοχής στην οποία κατοικούσε ο ελληνικός πληθυσμός κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. 

Ως προς την αρχιτεκτονική ταυτότητα του διατηρητέου κελύφους, πρόκειται για μία τριώροφη καστοριανή κατοικία, που προσαρμόστηκε στο έντονο φυσικό ανάγλυφο και το επίμηκες σχήμα του οικοπέδου, και ακολουθούσε την τυπική λειτουργική διάταξη των αντίστοιχων κτισμάτων της περιόδου καθ΄ ύψος. Στο ισόγειο βρίσκονταν τα βοηθητικά διαμερίσματα και οι αποθηκευτικοί χώροι, στον Ά όροφο τα χειμερινά δωμάτια και στο Β’ όροφο οι καλοκαιρινοί «οντάδες», με χαρακτηριστικό τον επιμήκη, διαμπερή χώρο του «δοξάτου», της αίθουσας  συναθροίσεων της εποχής.

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η νότια αυλή των αρχοντικών της περιοχής, η «αβγατή» όπως ονομαζόταν, κατέληγε απευθείας στη λίμνη, η κύρια είσοδος του κτηρίου  βρισκόταν στο  Β΄ όροφο, με μοναδική έως τότε πρόσβαση από τη σημερινή οδό Αγίων Θεολόγων. Εν συνεχεία η σύνδεση με τα επιμέρους επίπεδα της κατοικίας γινόταν μέσω εσωτερικού κλιμακοστασίου, ενώ το ισόγειο πρόσκτισμα της νότιας αυλής, λειτουργούσε ως βοηθητικός χώρος της κατοικίας.

Ως προς την κατασκευαστική δομή του κτηρίου, πρόκειται για φέρουσα τοιχοποιία αργολιθοδομής στο ισόγειο και τον Ά όροφο, με χαρακτηριστική τη διαφοροποίηση του Β’ ορόφου, όπου συναντώνται μεγάλα τμήματα ξυλόπηκτης τοιχοποιίας (τσατμά), τόσο για τη μείωση του βάρους του συνόλου όσο και για τη δυνατότητα διαμόρφωσης μεγαλύτερων και περισσότερων ανοιγμάτων στις όψεις. Τέλος,  ιδιαίτερο μορφολογικό χαρακτηριστικό του κελύφους αποτελούν τα τριγωνικές προεξοχές, τα «σαχνισιά», του Β΄ ορόφου που προβάλλουν στην κύρια όψη προς νότο, μαρτυρώντας την τάση εξωστρέφειας του αντίστοιχου επιπέδου.

Η αποκατάσταση

Απώτερος σκοπός της αποκατάστασης υπήρξε ο σεβασμός στην αρχιτεκτονική παράδοση και η ανάδειξη των βασικών αρχών αυτής παράλληλα με την ενσωμάτωση σύγχρονων στοιχείων & μεθόδων που θα εξασφάλιζαν την επιτυχή προσαρμογή του κελύφους στις αυξημένες απαιτήσεις της νέας χρήσης που επρόκειτο να στεγάσει. 

.

Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη την ερειπιώδη κατάσταση στην οποία βρισκόταν το κτήριο πριν την έναρξη των εργασιών αποκατάστασής του, όπως επίσης την αποδιοργάνωση του κονιάματος των τοιχοποιιών του και τις εκτεταμένες, μη αναστρέψιμες φθορές που είχαν υποστεί τα ξύλινα δομικά στοιχεία του, κυρίως λόγω της εισροής υδάτων, πρωταρχική επιλογή υπήρξε η τοποθέτηση νέου μεταλλικού φορέα στο εσωτερικό του κελύφους, ο οποίος παραμένει εμφανής στα περισσότερα σημεία εντός του ξενώνα, καθιστώντας σαφή τα όρια της μεταγενέστερης επέμβασης σε σχέση με το παλαιότερο κέλυφος.  

Ως προς την εσωτερική διάρθρωση, διατηρήθηκαν οι βασικές χαράξεις των χωρισμάτων ανά επίπεδο, με κυρίαρχο τον άξονα βορρά-νότου, και επιμέρους δωμάτια ενοποιήθηκαν προκειμένου να διαμορφωθούν οι απαιτούμενες κοινόχρηστες και ιδιωτικές περιοχές του ξενώνα. Ταυτόχρονα, βασική διαφοροποίηση της νέας αρχιτεκτονικής λύσης υπήρξε η μετατόπιση του εσωτερικού κλιμακοστασίου στον υπαίθριο χώρο, παράλληλα στην αρχική του χάραξη, σε μια προσπάθεια απόδοσης του συνόλου της εσωτερικής επιφάνειας στη νέα χρήση, λαμβάνοντας υπόψη την περιορισμένη έκταση οικοπέδου και κτηρίου.  Με αυτό τον τρόπο, μέρος του εξωτερικού περιβάλλοντος αποτελεί λειτουργική συνέχεια του εσωτερικού του κτίσματος, ενισχύοντας την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο και αποκαθιστώντας τη δυνατότητα διαμπερούς προσπέλασης του οικοπέδου μέσω της επικοινωνίας μεταξύ βόρειας και νότιας αυλής. 

Τέλος, η θεμελίωση του αρχοντικού στο φυσικό βράχο, ο οποίος παραμένει εμφανής σε μεγάλο τμήμα του ισογείου ,όπως επίσης η ανάδειξη των φυσικών, πρωτογενών υλικών της πέτρας και του ξύλου, σε όλη τους την έκταση και στις φυσικές τους αποχρώσεις, αποτελούν κεντρικές επιλογές του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, οι οποίες συνδιαλέγονται με επιμέρους σύγχρονα στοιχεία, μοτίβο και χρωματισμούς, που παραπέμπουν αφαιρετικά, αφενός στην πλούσια διακόσμηση των καστοριανών αρχοντικών, αφετέρου δε φυσικό στο περιβάλλον της λίμνης που καδράρεται μέσω των ανοιγμάτων στο εσωτερικό του κτηρίου και «εισβάλλει» με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες εποχές του χρόνου.  Δημιουργείται έτσι μία εξαιρετικά δυναμική σχέση εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος, γεγονός που σε συνδυασμό με τη σταδιακά αυξανόμενη είσοδο φυσικού φωτός στο κτήριο, όσο κανείς κινείται από το ισόγειο προς τους ορόφους, αναδεικνύεται ίσως διαχρονικά στο βασικότερο γνώρισμα της αρχιτεκτονικής ταυτότητας του κτίσματος, και κατ’ επέκταση της βιωματικής εμπειρίας του επισκέπτη. 

Book your stay

Για να ελέγξετε τη διαθεσιμότητα και τις τιμές, παρακαλούμε συμπληρώστε
την παρακάτω φόρμα και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας εντός 24 ωρών.

Μετάβαση στο περιεχόμενο